Λυπούμαστε, αλλά τα λεξικά μας δεν ξέρουν να μεταφράζουν προτάσεις!
Το WordReference προσφέρει διαδικτυακά λεξικά, όχι λογισμικό μεταφράσεων. Παρακαλούμε, αναζητήστε μία μία τις λέξεις (μπορείτε να τις κλίκαρετε παρακάτω) ή κάντε μια ερώτηση στα φόρουμε εάν χρειάζεστε άλλη βοήθεια.

on the outer side


Η φράση που αναζητήσατε δεν βρέθηκε.
Η εγγραφή για τον όρο outer παρατίθεται στη συνέχεια.

Δείτε επίσης: on | the | side

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Κύριες μεταφράσεις
ΑγγλικάΕλληνικά
outer adj (outside)εξωτερικός επίθ
 The outer layer of packaging has been damaged, but the rest seems OK.
 The outer wall gives us more security.
 Το εξωτερικό στρώμα του περιτυλίγματος έχει καταστραφεί, αλλά το υπόλοιπο φαίνεται εντάξει. // Ο εξωτερικός τοίχος μας δίνει περισσότερη ασφάλεια.
outer adj (towards outside)εξωτερικός επίθ
 The outer courtyard is larger than the inner courtyard.
 Η εξωτερική αυλή είναι μεγαλύτερη από την εσωτερική.
outer adj (farther away)εξωτερικός επίθ
  πιο μακρινός περίφρ
  (επίσημο, σπάνιο)απώτερος επίθ
 The outer planets of our solar system are Jupiter, Saturn, Uranus, and Neptune.
 Οι εξωτερικοί πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος είναι ο Δίας, ο Κρόνος, ο Ουρανός και ο Ποσειδώνας.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

WordReference English-Greek Dictionary © 2025:

Σύνθετοι τύποι:
ΑγγλικάΕλληνικά
outer atmosphere n (air furthest from the Earth)ανώτερη ατμόσφαιρα επίθ + ουσ θηλ
 The Space Shuttle and other space vehicles leave the outer atmosphere.
outer coat n (outermost layer of [sth])εξωτερικό περίβλημα επίθ + ουσ ουδ
outer ear n (external parts of the ear) (επίσημο)έξω ους ουσ ουδ
  (καθομιλουμένη)εξωτερικό αυτί ουσ ουδ
 The outer ear is one of the first parts of the body to get frostbite in very cold weather.
outer face n (exterior surface)εξωτερική επιφάνεια ουσ θηλ
 The outer face of the building was covered in marble.
outer layer n (covering)εξωτερική στρώση ουσ θηλ
  εξωτερικό στρώμα ουσ ουδ
 I need a warm coat with a woollen lining and a waterproof outer layer. It turned out to be a warmer day than expected, so I removed my outer layers.
outer shell n (exterior casing)εξωτερικό περίβλημα επίθ + ουσ ουδ
  εξωτερικό κάλυμμα επίθ + ουσ ουδ
 The outer shell of the helmet is made up of carbon-fibre material.
outer side n (exterior)εξωτερική πλευρά ουσ θηλ
 Be sure to wash blue jeans with the outer side facing in to prevent fading.
outer space n (area beyond Earth's atmosphere)απώτερο διάστημα ουσ ουδ
 Some people believe in UFOs (Unidentified Flying Objects) that come from outer space.
  Λείπει κάτι σημαντικό; Αναφέρετε τυχόν λάθη ή προτείνετε βελτιώσεις.

Συζητήσεις του φόρουμ με τη λέξη/φράση on the outer side στον τίτλο:

  • Go to Preferences page and choose from different actions for taps or mouse clicks.
Δείτε την αυτόματη μετάφραση του Google Translate για τον όρο «on the outer side».

Σε άλλες γλώσσες Ισπανικά | Γαλλικά | Ιταλικά | Πορτογαλικά | Ρουμανικά | Γερμανικά | Ολλανδικά | Σουηδικά | Ρωσικά | Πολωνικά | Τσέχικα | Τούρκικα | Κινέζικα | Ιαπωνικά | Κορεατικά | Αραβικά

Advertisements
Advertisements
Αναφορά ακατάλληλης διαφήμισης
WordReference.com
WORD OF THE DAY
GET THE DAILY EMAIL!